Σε ισχύ από 01.01.2024 η σύμβαση Ελλάδας – Γαλλίας για την αποφυγή διπλής φορολόγησης
Με την υπ’ αριθμ. Φ.0544/Μ.7537/ΑΣ 1130 πράξη του Υπουργείου Εξωτερικών[1], γνωστοποιήθηκε η έναρξη ισχύος της Σύμβασης μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Γαλλικής Δημοκρατίας για την εξάλειψη της διπλής φορολογίας, αναφορικά με φόρους εισοδήματος και την πρόληψη της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής, η οποία υπεγράφη στις 11.05.2022 και κυρώθηκε με τον ν. 4984/2022[2]. Συγκεκριμένα, με ισχύ από 01.01.2024, τα κυριότερα σημεία της ως άνω σύμβασης, είναι τα εξής:
Α. ΟΡΙΣΜΟΙ:
«Πρόσωπο»: Κάθε φυσικό πρόσωπο, εταιρία ή άλλη ένωση προσώπων.
«Επιχείρηση»: Κάθε νομικό πρόσωπο ή οντότητα που έχει ίδια φορολογική μεταχείριση με νομικό πρόσωπο.
«Συμβαλλόμενο Κράτος»: Η Γαλλία και η Ελλάδα.
«Κάτοικος Συμβαλλόμενου Κράτους»: Οποιοδήποτε πρόσωπο, το οποίο σύμφωνα με τους νόμους του Κράτους αυτού, υπόκειται σε φόρο στο Κράτος αυτό, λόγω της διαμονής του, της κατοικίας του, της έδρας της διοίκησης ή οποιουδήποτε άλλου κριτηρίου παρόμοιας φύσης.
«Υπήκοος»: Το φυσικό πρόσωπο που έχει υπηκοότητα ή εθνικότητα του Κράτους και το νομικό πρόσωπο που υπάγεται στους νομικούς κανόνες του Κράτους.
Β. ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ:
Η σύμβαση, εφαρμόζεται σε πρόσωπα τα οποία είναι κάτοικοι ενός ή και των δύο Συμβαλλομένων Κρατών. Εάν ένα φυσικό πρόσωπο, είναι κάτοικος και των δύο Συμβαλλόμενων Κρατών[3], τότε:
- Θεωρείται ότι είναι κάτοικος μόνο του Κράτους στο οποίο διαθέτει μόνιμη κατοικία.
- Αν διαθέτει μόνιμη κατοικία και στα δύο κράτη, θεωρείται κάτοικος μόνο του Κράτους που αποτελεί το κέντρο των ζωτικών του συμφερόντων (στενότεροι προσωπικοί και οικονομικοί δεσμοί).
- Αν το Κράτος που αποτελεί κέντρο των ζωτικών του συμφερόντων δεν καθορίζεται ή δεν διαθέτει μόνιμη κατοικία σε κανένα Κράτος, θεωρείται κάτοικος του Κράτους που έχει συνήθη διαμονή.
- Αν έχει συνήθη διαμονή και στα δύο κράτη ή σε κανένα από αυτά, θεωρείται κάτοικος του Κράτους, στο οποίο είναι υπήκοος.
- Αν είναι υπήκοος και των δύο Κρατών ή κανενός από αυτά, το ζήτημα επιλύεται με αμοιβαία συμφωνία των μερών.
Γ. ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ:
- Εισόδημα από ακίνητη περιουσία[4]: Το εισόδημα που προέρχεται από την άμεση χρήση/ εκμίσθωση ή άλλης μορφής χρήση της ακίνητης περιουσίας και αποκτάται από κάτοικο του ενός Συμβαλλομένου Κράτους, από ακίνητη περιουσία η οποία ευρίσκεται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, μπορεί να φορολογείται στο άλλο Κράτος (ήτοι στο Κράτος που ευρίσκεται η ακίνητη περιουσία).
- Κέρδη Επιχειρήσεων: Τα κέρδη επιχείρησης ενός Συμβαλλομένου Κράτους, φορολογούνται μόνο σε αυτό, εκτός αν λειτουργεί και υποκατάστημα αυτής στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, οπότε για το τμήμα των κερδών του, φορολογείται στο άλλο Κράτος.
- Μερίσματα: Καταρχήν, τα μερίσματα που καταβάλλει μία εταιρία, κάτοικος ενός Συμβαλλομένου Κράτους, σε κάτοικο του άλλου Κράτους, τότε φορολογούνται από το άλλο Κράτος[5].
- Τόκοι: Οι τόκοι που προκύπτουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος και καταβάλλονται σε κάτοικο του άλλου κράτους, φορολογούνται σε αυτό.
- Συντάξεις: Οι συντάξεις και άλλες παρόμοιες αμοιβές που καταβάλλονται σε κάτοικο ενός Συμβαλλομένου Κράτους, έναντι προηγούμενης απασχόλησής του, φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος.
Μαρία Αικατερίνη Δ. Παπαδοπούλου
Δικηγόρος
Δ.Μ.Σ Ιστορίας και Θεωρίας Δικαίου, Νομική Σχολή Αθηνών, ΕΚΠΑ
Δ.Μ.Σ Αστικού δικαίου, Νομική Σχολή Αθηνών, ΕΚΠΑ
Δ.Μ.Σ Εμπορικού Δικαίου, Νομική Σχολή Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης
[1] ΦΕΚ Α’6/17.01.2024. Με την θέση σε ισχύ της νέας σύμβασης, καταργήθηκε η προϊσχύουσα σύμβαση που είχε κυρωθεί με τον νδ. 4386/1964.
[2] Ν. 4984/2022 (ΦΕΚ Α’202/25.10.2022) με τίτλο «Κύρωση της Σύμβασης μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Γαλλικής Δημοκρατίας για την εξάλειψη της διπλής φορολογίας αναφορικά με τους φόρους εισοδήματος και την πρόληψη της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής».
[3] Στην περίπτωση του νομικού προσώπου που είναι κάτοικος και των δύο Συμβαλλόμενων Κρατών, τότε θεωρείται κάτοικος μόνο του Κράτους που ευρίσκεται η έδρα της πραγματικής διοίκησής του.
[4] Συμπεριλαμβανομένου και του εισοδήματος από ακίνητη περιουσία επιχείρησης.
[5] Ή/και από το κράτος που «κατοικεί» η διανέμουσα το μέρισμα εταιρία, με συντελεστή που δεν υπερβαίνει το 15% (ή είναι μηδενικό σε περίπτωση όπου η δικαιούχος εταιρία, κατέχει το 5% του κεφαλαίου της διανέμουσας εταιρίας).