Search
Close this search box.

Η εξασφάλιση των ομολογιακών δανείων με βάση τον ν. 4548/2018

6 Μαρτίου, 2024

Αναφορικά με την εξασφάλιση των ομολογιακών δανείων, ο ν. 4548/2018, περιέχει διατάξεις που στοχεύουν στην βελτίωση των ρυθμίσεων για τη λήψη εμπράγματης ή άλλης ασφάλειας.

Στο προϊσχύσαν καθεστώς ρύθμισης των ομολογιακών δανείων του ν. 3156/2003 και συγκεκριμένα στο άρθρο 14, οι διατάξεις του οποίου, όπως τροποποιήθηκαν με το άρθρο 41 του ν. 4745/2020, εξακολουθούν να ισχύουν κατά το άρθρο 189 περ. (γ) του ν. 4548/2018,  προβλεπόταν η προνομιακή φορολογική μεταχείριση των ομολογιακών δανείων καθώς και  άλλες ελαφρύνσεις σχετικά με τα έξοδα για πράξεις ή συμβάσεις που υπογράφονται στο πλαίσιο των ομολογιακών δανείων, μεταξύ των οποίων η καταχώριση στα δημόσια βιβλία εμπραγμάτων βαρών που ασφαλίζουν ομολογιακά δάνεια. Συγκεκριμένα, προβλέπεται η είσπραξη παγίων δικαιωμάτων υπέρ των αμίσθων και εμμίσθων Υποθηκοφυλάκων ποσού  100 Ευρώ για την εγγραφή στα βιβλία υποθηκών οποιασδήποτε εμπράγματης εξασφάλισης που ασφαλίζει ομολογιακό δάνειο. Η ρύθμιση αυτή, στο παρελθόν κατέστη αφορμή για την άρνηση μεγάλης μερίδας άμισθων Υποθηκοφυλάκων να εφαρμόσουν τις ρυθμίσεις του άρθρου 14 και να εγγράψουν τις προσημειώσεις και υποθήκες που εξασφάλιζαν τα ομολογιακά δάνεια του ν. 3156/2003, με μόνη την καταβολή των παγίων τελών των 100 Ευρώ, απαιτώντας ως αμοιβή την πληρωμή των αναλογικών τελών που προβλέπει ο ν. 325/1976 και προβάλλοντας  διάφορα επιχειρήματα όπως την αντισυνταγματικότητα της διάταξης που περιόριζε την αμοιβή τους. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα, την γέννηση πολλών αντιδικιών μεταξύ των Υποθηκοφυλάκων και των εταιριών/ εκδοτριών των ομολογιακών δανείων, οι οποίες υπό το καθεστώς της οικονομικής πίεσης να αντλήσουν κεφάλαια για την δανειοδότησή τους, κατέβαλαν τα αναλογικά τέλη στους Υποθηκοφύλακες προκειμένου να γίνει σύντομα η καταχώρηση της εξασφάλισης και συνακόλουθα η εκταμίευση του δανείου και στην συνέχεια στρέφονταν δικαστικά κατ’ αυτών, αναζητώντας τα αχρεωστήτως καταβληθέντα, υπό το έρεισμα του άρθρου 14 του ν. 3156/2003.

Οι εκδοθείσες δικαστικές αποφάσεις, οι οποίες στην πλειοψηφία τους δικαίωσαν τις εκδότριες των ομολογιακών δανείων, έκριναν ότι,  ο περιορισμός της αμοιβής των Υποθηκοφυλάκων δεν είναι αντισυνταγματικός, αφού υπαγορεύεται από το γενικότερο δημόσιο συμφέρον, χωρίς να είναι αντίθετος στην αρχή της αναλογικότητας και αποτελεί επιτρεπτό περιορισμό της κατοχυρωμένης με το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος οικονομικής και επαγγελματικής ελευθερίας των Υποθηκοφυλάκων και ότι είναι σύμφωνος με την αρχή της αναλογικότητας του άρθρου 25 παρ. 1 του Συντάγματος, αφού οι περιορισμοί αυτοί δεν φτάνουν μέχρι την πλήρη απαγόρευση της άσκησης της συγκεκριμένης επαγγελματικής δραστηριότητας. 

Μεταξύ των επιχειρημάτων που αναπτύχθηκαν υπέρ της άποψης των Υποθηκοφυλάκων για την πληρωμή των αναλογικών τελών, ήταν και το επιχείρημα ότι το προς εξασφάλιση δάνειο χάνει τον χαρακτήρα του ως ομολογιακό και συναφώς δεν απολαμβάνει των προνομίων του άρθρου 14, όταν υπάρχει μόνο ένας ομολογιούχος δανειστής ή, ακόμη περισσότερο, μία μόνο ομολογία. Εκτός από την νομολογία που κινήθηκε προς την κατεύθυνση της απόρριψης αυτού του επιχειρήματος, (ΕφΘες 2778/2014, και 2779/2014 και ΠΠρΚιλκίς 150/2009 ΝΟΜΟΣ) στη συνέχεια, η αμφισβήτηση αυτή που είχε προκύψει υπό τον ν. 3156/2003, λύθηκε οριστικά με το άρθρο 59 του ν. 4548/2018, στο οποίο ρητά προβλέπεται ότι «η ανάληψη του ομολογιακού δανείου από ένα πρόσωπο ή η συγκέντρωση όλων των ομολογιών σ ένα ομολογιούχο, καθώς και η ενσωμάτωση του δανείου σε μία ομολογία, δεν αίρουν τον χαρακτήρα του δανείου ως ομολογιακό».

Το άρθρο 73 του ν.4548/2018, περιέχει σειρά τροποποιήσεων της ρύθμισης του άρθρου 12 του ν. 3156/2003, για να διευκολύνει την εξασφάλιση των ομολογιακών δανείων. Η πρώτη, συνίσταται στη διευκρίνιση ότι η εμπράγματη ασφάλεια μπορεί να λαμβάνεται όχι μόνο κατά ή μετά την έκδοση του ομολογιακού δανείου, όπως προέβλεπε ο ν. 3156/2003, αλλά και πριν από αυτήν, κάτι που άλλωστε είναι και το σύνηθες.

Περαιτέρω, ενώ το άρθρο 12 του ν. 3156/2003 προέβλεπε ότι η εγγύηση παρέχεται με δήλωση του εγγυητή που πρέπει να περιέχεται στο πρόγραμμα του ομολογιακού δανείου, το άρθρο 73 παρ. 2 του ν.4548/2018 παρέχει τη δυνατότητα, η εγγύηση να δίνεται και με χωριστή σύμβαση που συνάπτεται μεταξύ του εγγυητή και του εκπροσώπου των ομολογιούχων για λογαριασμό τους. Η ρύθμιση αυτή είναι πολύ χρήσιμη, ιδίως όταν η εγγύηση παρέχεται μετά την έκδοση του προγράμματος. Υπό το προϊσχύσαν καθεστώς του ν. 3156/2003, η παροχή της εγγύησης μετά την έκδοση του δανείου, είχε σαν συνέπεια και την τροποποίηση των όρων του Προγράμματος, με ό,τι αυτό συνεπάγεται (όπως υπογραφές από όλους τους συμβαλλόμενους, εταιρικές αποφάσεις, πιθανή έκδοση νέων τίτλων ομολογιών κλπ.), ενέργειες που, υπό τη νέα ρύθμιση, πρακτικά είναι δυνατόν να αποφευχθούν. 

Μια άλλη ρύθμιση που περιέχεται στην παρ. 2 του άρθρου 73 του ν. 4548/2018,  δίνει τη δυνατότητα ο εκπρόσωπος των ομολογιούχων να λαμβάνει ασφάλειες όχι μόνο για λογαριασμό των ομολογιούχων αλλά και άλλων συνδεδεμένων πιστωτών.  Ως απαιτήσεις που συνδέονται με το ομολογιακό δάνειο, ο νομοθέτης απαριθμεί ενδεικτικά τις απαιτήσεις από συμβάσεις αντιστάθμισης επιτοκιακού κινδύνου και τις απαιτήσεις από πιστωτικές και άλλες συμβάσεις που διέπονται από σύμβαση-πλαίσιο που κατά τους όρους του ομολογιακού δανείου διέπει και το τελευταίο όπως π.χ. μία συμφωνία πιστωτών (intercreditor agreement). Στην περίπτωση αυτή, ο εκπρόσωπος των ομολογιούχων θα μπορεί να λαμβάνει εμπράγματες ασφάλειες στο όνομά του και για λογαριασμό όλων των απαιτήσεων από τις συμβάσεις που υπόκεινται στη σύμβαση-πλαίσιο.

Συνεχίζοντας να παραθέτουμε τις διευκολύνσεις που παρέχει ο ν. 4548/2018, ως προς τις εξασφαλίσεις,  η εγγραφή εμπράγματων ασφαλειών διευρύνεται με δύο τρόπους: Η παρ. 2 εδ. γ’ του άρθρου 73 του ν. 4548/2018, διευρύνει την εξασφάλιση  και υπέρ των δικαιούχων απαιτήσεων κατά της εκδότριας από συνδεδεμένες με το ομολογιακό δάνειο συμβάσεις. Έτσι γίνεται δυνατή,  η χορήγηση κοινών ασφαλειών στους ομολογιούχους και στους δανειστές εξ αυτών των συνδεδεμένων συμβάσεων, που θέλουν να συντρέχουν με τους ομολογιούχους στην ικανοποίηση από το αντικείμενο της ασφάλειας. Περαιτέρω, η παρ. 3 επιτρέπει την παροχή εμπράγματης ασφάλειας στο όνομα του εκπροσώπου και όταν το ομολογιακό δάνειο δεν διέπεται από το ελληνικό δίκαιο.

Τέλος, στην παρ. 4 του ιδίου άρθρου προβλέπεται ότι στην εμπράγματη ασφάλεια εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν.δ. της 17.7/13.8/1923. Έτσι, προκύπτουν οι δικονομικές διευκολύνσεις του ν.δ. σε ό,τι αφορά την εκτέλεση.  Επίσης, επιβεβαιώνεται η εφαρμογή του ν. 3301/2004, όταν πρόκειται για χρηματοοικονομική ασφάλεια, με αντίστοιχες διευκολύνσεις.

 

ΕΛΕΝΗ ΚΛΩΝΗ
ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ
LL.M. FREE UNIVERSITY OF BRUSSELS, INTERNATIONAL COMPARATIVE LAW
ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΑΘΗΝΩΝ ΕΚΠΑ

Για να αποθηκεύσετε το άρθρο σε μορφή Pdf:

Σιούφας & Συνεργάτες | Γιώργος Σιούφας | Μάριος Σιούφας

Για περισσότερες πληροφορίες

Επικοινωνήστε με τη γραμματεία της Διεύθυνσης Νομικών Υπηρεσιών στο τηλ.: 213 017 5600, ή στείλτε mail στο info@sioufaslaw.gr και θα επικοινωνήσουμε άμεσα μαζί σας.

Μοιραστείτε το:

Θέλετε να συζητήσουμε περισσότερο για το άρθρο μας;
Συμπληρώστε τα στοιχεία επικοινωνίας σας
και εξειδικευμένος συνεργάτης μας
θα επικοινωνήσει μαζί σας σήμερα
μεταξύ 15:00 - 17:00.